Ουκρανός

Ουκρανός
ο, θηλ. Ουκρανή [Ουκρανία]
ο κάτοικος τής Ουκρανίας ή αυτός που κατάγεται από την Ουκρανία.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Σεφτσένκο, Τάρας Γκριγκόριεβιτς — Ουκρανός ποιητής και ζωγράφος (Κίεβο 1814 Πετρούπολη 1861). Παιδί δουλοπάροικων, εγκαταστάθηκε το 1831 στην Πετρούπολη, όπου η αναγνώριση του ποιητικού και ζωγραφικού του ταλέντου παρακίνησε μερικούς από τους καλλιτέχνες της πρωτεύουσας, με τους… …   Dictionary of Greek

  • Σκοβοροντά, Γκριγκόρι Σάβιτς — Ουκρανός φιλόσοφος, ποιητής και παιδαγωγός (1722 1794). Σπούδασε στην Ακαδημία του Κίεβου «Π. Μογκίλα». Ταξίδεψε για σύντομο χρονικό διάστημα στο εξωτερικό και όταν γύρισε στην πατρίδα του, δίδαξε ποιητική στην ιερατική σχολή του Περεγιασλάβ. Από …   Dictionary of Greek

  • Τσουχράι, Γκριγκόρι Ναούμοβιτς — Ουκρανός σκηνοθέτης του κινηματογράφου, γεννημένος στην Ουκρανία το 1921. Τα έργα του Ο τεσσαρακοστός πρώτος (1957), χρωματιστή και ομιλούσα επανέκδοση του παλιού βωβού φιλμ πάνω στον εμφύλιο πόλεμο, Η μπαλάντα ενός στρατιώτη (1959), σχετικά με… …   Dictionary of Greek

  • Ευρώπη — I Μία από τις πέντε ηπείρους. Είναι το μικρότερο τμήμα του κόσμου μετά την Αυστραλία και την Ωκεανία. Από μία άποψη θα μπορούσε να θεωρηθεί το ακραίο δυτικό τμήμα της Ασίας, της οποίας αποτελεί τη φυσική προέκταση. Πράγματι, δεν υπάρχουν φυσικά… …   Dictionary of Greek

  • Ζντάνοφ, Αντρέι Αλεξάντροβιτς — (Andrei Aleksandrovich Zhdanov, Μαριούπολη 1896 – Μόσχα 1948). Ουκρανός πολιτικός. Αναμείχθηκε στο επαναστατικό κίνημα το 1912 και το 1916 έγινε μέλος της τοπικής επιτροπής της πόλης Τβέρο. Μετά την επανάσταση του 1917 εξελέγη μέλος της επιτροπής …   Dictionary of Greek

  • Καγκάνοβιτς, Λάζαρ Μοϊσέγεβιτς — (Lazar Moiseyevich Kaganovich, 1893 – 1991).Ουκρανός πολιτικός. Έγινε μέλος του Κομουνιστικού Κόμματος το 1911, οργάνωσε την άμυνα της Ουκρανίας κατά των Λευκορώσων του Ντενίκιν (1910 20) και πρωτοστάτησε στην ίδρυση του Κομουνιστικού Κόμματος… …   Dictionary of Greek

  • Κατάγεφ, Βαλεντίν Πέτροβιτς — (Valentin Petrovich Katayev, Οδησσός 1897 – 1986). Ουκρανός μυθιστοριογράφος και θεατρικός συγγραφέας. Κατά τη διάρκεια της Οκτωβριανής επανάστασης και του εμφύλιου πολέμου (1918 20) έλαβε μέρος σε μάχες εναντίον σωμάτων της Λευκής Φρουράς του… …   Dictionary of Greek

  • Κβίτκα, Γκριγκόρι Φιοντόροβιτς — (Grigori Fedorovitch Kvitka, Οσνόβα 1778 – Χάρκοβο 1843). Ουκρανός λογοτέχνης. Καταγόταν από αριστοκρατική οικογένεια. Υπήρξε ένας από τους εκδότες και συντάκτες της εφημερίδας Ουκρανικός Ταχυδρόμος. Χρημάτισε διευθυντής του επαγγελματικού… …   Dictionary of Greek

  • Κοστομάροφ, Νικολάι Ιβάνοβιτς — (Nikolai Ivanovich Kostomarov,1817 – 1885). Ουκρανός ιστορικός και συγγραφέας. Διετέλεσε καθηγητής της ιστορίας στο πανεπιστήμιο του Κιέβου (1845). Πρωτοστάτησε στην ίδρυση της μυστικής οργάνωσης Αδελφότητα των αγίων Κύριλλου και Μεθόδιου, που… …   Dictionary of Greek

  • Κοτλιαρέφσκι, Ιβάν Πέτροβιτς — (Ivan Petrovich Kotlyarevsky,Πολτάβα 1769 – 1838). Ουκρανός συγγραφέας. Ήταν ο πρώτος που έγραψε στη γλώσσα της πατρίδας του μετά την κατάλυση της ουκρανικής ανεξαρτησίας και γι’ αυτό θεωρείται σήμερα ο θεμελιωτής της εθνικής φιλολογίας της… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”